Ο Αλέξανδρος είναι παντρεμένος με τη Χριστίνα. Είναι μαζί πολλά χρόνια, αλλά αυτό δεν παίζει κανέναν ρόλο. Αυτό που παίζει ρόλο είναι ότι τη μισεί θανάσιμα. Σε παρανοϊκό βαθμό. Τη θέλει νεκρή ρε παιδί μου. Τόσο πολύ. Οι λόγοι δεν έχουν σημασία. Σε κάποια φάση λοιπόν αποφασίζει να την «εξοντώσει». Ένα πρωί, φτιάχνει καφέ για τους δυο τους και προσθέτει μια γενναία κουταλιά θανατηφόρου δηλητήριου στον δικό της. Τρεις γουλιές και μισή ώρα αργότερα, η Χριστίνα κείτεται νεκρή στο πάτωμα της κουζίνας. Ο Αλέξανδρος είχε πετύχει το σκοπό του…
Πάμε στο δεύτερο παντρεμένο ζευγάρι: το Θανάση και τη Βάσω. Ο Θανάσης τρέφει για τη γυναίκα του ακριβώς τα ίδια συναισθήματα με αυτά που έτρεφε ο Αλέξανδρος για τη δική του. Έχει αγοράσει μέχρι και το ίδιο δηλητήριο! Η διαφορά είναι ότι πριν προλάβει να το χρησιμοποιήσει (δεν είμαστε σίγουροι ότι τελικά θα έπαιρνε την τελική απόφαση όπως ο Αλέξανδρος) η Βάσω βάζει κατά λάθος το δηλητήριο στο ρόφημά της νομίζοντας ότι πρόκειται για ζάχαρη. Προσπαθήστε να μην επικεντρωθείτε σε τεχνικές χαζομάρες του τύπου «και πώς το μπέρδεψε; δεν το είχε κρυμμένο ο Θανάσης;» κλπ. και μείνετε στην ουσία. Ο Θανάσης τη βλέπει να το κάνει, αλλά δε λέει τίποτα. Τη βλέπει να πεθαίνει, αλλά δεν της παρέχει το αντίδοτο (ναι, έχει και το αντίδοτο στην κατοχή του, τι θέλετε;). Και έτσι, η καημένη η Βάσω έχει την ίδια κατάληξη με τη Χριστίνα.