Οι άνθρωποι συνεχίζουν να εξελίσσονται παρά τα μειωμένα ποσοστά γεννήσεων και θανάτων

24-02-2015
 
Submit to FacebookSubmit to TwitterSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to Delicious

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μεταφρασμένη αναδημοσίευση άρθρου της Janet Fang και είχε δημοσιευτεί στο iflscience.com

Οι σύγχρονες ιατρικές εξελίξεις και η πρόσβαση σε μεθόδους αντισύλληψης έχουν μειώσει και τα ποσοστά γεννήσεων αλλά και τα ποσοστά θνησιμότητας σε βρεφική ηλικία, αλλά σύμφωνα με μία έρευνα η οποία δημοσιεύθηκε στο Evolution αυτή την εβδομάδα (σ.σ.: αρχές Φεβρουαρίου 2015), η φυσική επιλογή συνεχίζει να διαμορφώνει τον ανθρώπινο πληθυσμό. Παρά τις τεχνητές επιρροές, οι γενετικές διαφορές μεταξύ μας θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν την Εξέλιξη.

Μια διεθνής ομάδα υπό την καθοδήγηση της Elisabeth Bolund του Πανεπιστημίου της Ουψάλα στη Σουηδία ανέλυσε τα γενεαλογικά αρχεία αιώνων που συλλέχθηκαν από εκκλησίες στη Φινλανδία και χρονολογούνται από τις αρχές του 18ου αιώνα. Οι ερευνητές συγκέντρωσαν τα οικογενειακά δέντρα πάνω από 10.000 ανθρώπων για να εξετάσουν πόσο η παραλλαγή ενός γνωρίσματος οφείλεται στις γενετικές επιρροές εναντίον των περιβαλλοντικών επιρροών. Εξέτασαν επίσης το πώς οι καθοριστικοί παράγοντες για τα επιτυχή γνωρίσματα έχουν αλλάξει με τον καιρό. Στα 1860s, μόνο 67 τοις εκατό των παιδιών έφτασαν μέχρι την ενηλικίωση(άνω τελεία) εκείνος ο αριθμός ανέβηκε σε 94 τοις εκατό κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '40 (1940s). Εν τω μεταξύ, οι άνθρωποι πήγαν από την κατοχή 5 παιδιών σε 1.6 παιδιά κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

Στοn 18ο και 19ο αιώνα, διαπίστωσαν ότι από 4 έως 18 τοις εκατό των διαφορών μεταξύ της διάρκειας ζωής των ατόμων, του μεγέθους των οικογενειών, και των ηλικιών πρώτης και τελευταίας γέννησης, ήταν επηρεασμένες από τα γονίδια. Το υπόλοιπο των μεταβολών είχε προκληθεί από διαφορές στις ποικίλες πτυχές του πολιτισμού και του περιβάλλοντος.

«Αυτό είναι συναρπαστικό διότι εάν τα γονίδια είχαν επιπτώσεις στις διαφορές μεταξύ των ατόμων σε αυτά τα γνωρίσματα, σημαίνει ότι θα μπορούσαν επίσης να αλλάξουν εξαιτίας της φυσικής επιλογής,» εξηγεί η Bolund σε ένα δελτίο τύπου. «Αλλά ξέρουμε ότι το περιβάλλον έχει αλλάξει γρήγορα και εντυπωσιακά, έτσι ερευνήσαμε τη γενετική βάση τέτοιων σύνθετων γνωρισμάτων και την ικανότητά τους να συνεχίσουν να αλλάζουν μέσω της εξέλιξης.»

Στην πραγματικότητα, η ομάδα διαπίστωσε ότι οι γενετικές επιρροές στο χρονοδιάγραμμα της αναπαραγωγής και του μεγέθους των οικογενειών ήταν όντως υψηλότερες τα τελευταία χρόνια – το οποίο σημαίνει ότι οι σύγχρονες κοινωνίες μας μπορούν ακόμα να αποκριθούν στην επιλογή. «Είναι πιθανό ότι στις σύγχρονες κοινωνίες έχουμε περισσότερη ατομική ελευθερία να εκφράσουμε τις γενετικές προδιαθέσεις μας επειδή οι κοινωνικές και κανονιστικές επιρροές είναι χαλαρωμένες,» προσθέτει η Bolund, «και αυτό οδηγεί στις γενετικές διαφορές μεταξύ μας που εξηγώντας περισσότερα για τα αναπαραγωγικά μοτίβα.»