Η άρνηση του κόστους συναλλαγής στην Ελλάδα της κρίσης

04-01-2015
 
Submit to FacebookSubmit to TwitterSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to Delicious

Το παρακάτω κείμενο στάλθηκε από το φίλο του site, Νίκο Ηλιόπουλο. Θα χαρούμε να λάβουμε περισσότερα κείμενα, ηχητικά ή και βίντεο από εσάς (δείτε περιγραφή της κατηγορίας).

Η κρίση έγινε αφορμή για να διατυπωθούν πολλές απόψεις για την ελληνική πραγματικότητα. Άλλες προσπάθησαν να είναι εύστοχες, ενώ άλλες ηθελημένα άστοχες και ίσως παραπλανητικές. Ωστόσο μπορώ να πω πως μια άποψη δεν έχω ακούσει ακόμα και κατά τη γνώμη μου εξόχως σημαντική. Αυτή της ουσιαστικής συνευθύνης των πολιτών και το λόγο που στην Ελλάδα πολλοί αθώοι κατασκευάζουν έναν ένοχο. Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα βασικά.

Προϋπόθεση ενός δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η συμμετοχή και τίμημα η συνευθύνη. Όταν οι πολίτες συμμετέχουν ενεργά, συνολικά και συστηματικά στο πολίτευμα (και όχι μόνο μπροστά σε μια κάλπη κάθε τέσσερα και βγάλε χρόνια), μπορούν μέσω των ενεργειών τους να οδηγούνται στο επιθυμητό κοινωνικό επίπεδο ευημερίας. Ωστόσο αυτή η συμμετοχή έχει κόστος (όπως καθετί στη ζωή) και από τους πολίτες εξαρτάται αν το αποδεχτούν και προσπαθήσουν να έχουν τη βέλτιστη απόδοση που απορρέει από τις επιλογές τους ή να αποφασίσουν να μην το επιμεριστούν καν οι ίδιοι ή ακόμα χειρότερα να το αποθέσουν στους συμπολίτες τους λειτουργώντας ως δωρεάν χρήστης (η σωστή οικονομική ορολογία είναι Free Rider) που αποφεύγει το κόστος για να λάβει μόνο το όφελος από αποφάσεις που επί της ουσίας άλλοι παίρνουν αντί αυτού.

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα με τους free riders στην κοινωνία. Όταν το κόστος το επωμίζεται ένας άλλος από το άτομο καθαυτό τότε εκτός από το κόστος μεταφέρεται και ένα ιδιότυπο ‘’δικαίωμα’’ παράλληλα, που εν γένει δημιουργεί ένα μεγαλύτερο κόστος στον free rider από αυτό που αρχικά προσπαθεί να αποφύγει. Στο συγκεκριμένο σημείο υπεισέρχεται η έννοια της συνευθύνης. Μία από τις βασικότερες αρετές του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η όσο το δυνατόν ομοιόμορφη κατανομή του κοινωνικού κόστους, όπως αυτό απορρέει μέσω της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και εξάρτησης. Κάθε πολίτης (αν θέλει να θεωρεί τον εαυτό του τέτοιο) αναλαμβάνει το ανάλογο κόστος – ευθύνη της επιλογής του και συγχρόνως γίνεται αποδέκτης της θετικής ή αρνητικής εξωτερικότητας1 που προέρχεται από τις επιλογές των συμπολιτών του.

Ας επιστρέψουμε στην περίπτωση της Ελλάδας. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά και χωρίς συναισθηματικές φορτίσεις την πορεία τόσο της κοινωνίας όσο και της πολιτικής – οικονομίας, θα καταλήξουμε σε ένα κυρίαρχο μοτίβο: Τα άτομα απεχθάνονται το κάθε κόστος (μέχρι ενός σημείου απολύτως λογικό και επιστημονικά τεκμηριωμένο) και προσπαθούν όχι να το μειώσουν αλλά να το εξαφανίσουν με ΚΑΘΕ τρόπο. Πλέον έχει καθιερωθεί η αντίληψη (έστω και ασυνείδητα) της δωρεάν επιλογής – δηλαδή οι πράξεις μας πρέπει να οδηγούν σε επιθυμητές καταστάσεις χωρίς οποιαδήποτε θυσία (κάτι που είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με τη βασική αρχή της οικονομικής επιστήμης, το κόστος ευκαιρίας). Σχεδόν σε κάθε δραστηριότητα είτε οικονομικής είτε κοινωνικοπολιτικής φύσεως η παραπάνω αντίληψη είναι πλέον αξίωμα δεδομένο και αυταπόδεικτο. Πού οδηγεί αυτή η συμπεριφορά;

Απλά κοιτάξτε την Ελλάδα σήμερα και αναλογιστείτε αν τελικά κατάφεραν οι Έλληνες (όχι όλοι, οι γενικεύσεις είναι λανθασμένη πρακτική, αλλά ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας) να αποφύγουν το κόστος που τόσο πολύ απεχθάνονται ή τελικά οδηγήθηκαν σε μια χειρότερη θέση από την επιθυμητή γιατί το ατομικό κόστος του καθενός μετατρεπόταν σε ένα γενικό και ‘’θολό’’ συνολικό κοινωνικό τίμημα που απλά ο ένας μετακύλησε στον άλλο θεωρώντας ότι ο επόμενος θα ήταν διατεθειμένος να το πληρώσει και συγχρόνως να δώσει το όφελος σε εκείνον που του το μετέφερε.

Ωστόσο υπάρχει μπροστά μας κάτι πολύ χειρότερο από ένα φαινόμενο free-riding. Η νομιμοποίηση της προαναφερθείσας πρακτικής μέσω μιας οικονομίστικης (και όχι οικονομικής) λογικής που δικαιολογεί κάθε ενέργεια τέτοιου είδους και παρουσιάζει τα άτομα που προβαίνουν σε αυτή ως ορθολογικά. Τα παραδείγματα που μας προσφέρει η ελληνική κοινωνία είναι πολλά. Όπως ο αδύναμος και φοβικός πολίτης που είναι έρμαιο του δημοσίου και των προβλημάτων του (που όντως υπάρχουν και είναι τεράστια) αλλά το κατακρίνει συνεχώς, χωρίς να αναλαμβάνει αυτός ή οι συμπολίτες του το μερίδιο που τους αντιστοιχεί στην αλλαγή των κακώς κειμένων σε αυτό. Άλλο παράδειγμα είναι η κατάσταση στα ελληνικά πανεπιστήμια. Εδώ και δεκαετίες ακούω ότι μια μικρή ομάδα (20-30 ατόμων) λυμαίνεται τα πανεπιστήμια. Φοβάμαι πως κάτι τέτοιο δεν είναι απολύτως σωστό και ως γνωστό οι μισές αλήθειες οδηγούν σε ολόκληρα ψέματα. Και σε αυτή την περίπτωση το βάρος πέφτει στις πλάτες των χιλιάδων φοιτητών που με περισσή ευκολία δηλώνουν όμηροι μιας κατάστασης που κατά περιόδους τους ευνοεί (άλλους περισσότερο και άλλους λιγότερο) ενώ το τελικό αποτέλεσμα είναι καταστροφικό για αυτούς και για την κοινωνία στο σύνολό της. Αναφέρθηκα σε αυτά τα δύο παραδείγματα χάριν συντομίας, εξάλλου όλοι γνωρίζουμε τουλάχιστον ένα αντίστοιχο παράδειγμα από την καθημερινή μας ζωή. Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα.

Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι οι αλλαγές είτε αυτές είναι οικονομικές είτε κοινωνικές απαιτούν ένα ελάχιστο κόστος. Το ζήτημα είναι να αποφασίσουμε το είδος του κόστους που θέλουμε. Συγκεκριμένα κάθε απόφασή μας έχει ένα βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο κόστος. Στο δημοκρατικό πολίτευμα το ελάχιστο κόστος που καλούνται να επωμιστούν τα άτομα είναι κατά κύριο λόγο βραχυπρόθεσμο με σημαντικά μακροπρόθεσμα οφέλη που κάνουν την αρχική θυσία με το παραπάνω συμφέρουσα. Όμως στο σημείο αυτό βρίσκεται το πρόβλημα. Μια κοινωνία όπως η ελληνική που δεν έχει την κουλτούρα υλοποίησης μακροπρόθεσμων σχεδίων και την υπομονή που απαιτεί η εφαρμογή τους, παγιδεύεται στο παρόν και οι πολίτες αντιδρούν σύμφωνα με την υπόθεση που για λόγους απλούστευσης γίνεται στα οικονομικά, ότι δηλαδή αύριο καταστρέφεται ο κόσμος και όλες οι αποφάσεις πρέπει να παρθούν σήμερα για το σήμερα. Αυτή η λογική σε συνδυασμό με την κυρίαρχη αντίληψη του δωρεάν χρήστη οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε χειρότερη θέση τόσο τα άτομα όσο και την κοινωνία, σε ένα σημείο, που ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός, είναι ‘’χείριστο κατά Pareto’’2.

Εν κατακλείδι οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν αν θέλουν να ζουν μόνο σήμερα και μόνο για τους εαυτούς τους ή επιθυμούν να ζουν και αύριο μαζί με τους συμπολίτες τους. Αλλά πρέπει να ξέρουν πως η ελευθερία και η δημοκρατία έχουν βραχυπρόθεσμο κόστος και μακροπρόθεσμο όφελος.

"Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία"

Ισοκράτης

1) http://www2.econ.iastate.edu/classes/tsc220/hallam/Coase.pdf

2) https://www.princeton.edu/~achaney/tmve/wiki100k/docs/Pareto_efficiency.html