Σε μια πρόσφατη συζήτηση, ένας εκ των συνομιλητών μου, γνωρίζοντας τα «γούστα» και τις τοποθετήσεις μου σε κοινωνιολογικά & πολιτισμικά ζητήματα, μου πρότεινε να διαβάσω το βιβλίο Civilization: The West and the Rest, του έγκριτου Βρετανού ιστορικού Niall Ferguson. Ο συγκεκριμένος κύριος είχε υποπέσει παλιότερα στην αντίληψή μου, όταν έψαχνα κάποιες λεπτομέρειες για τη ζωή της συμπαθούς Αμερικανο-Σομαλής Ayaan Hirsi Ali, πρώην μουσουλμάνας, νυν πολέμιας του Ισλαμισμού και επιφανούς μέλους της άτυπης ομάδας των “New Atheists”. Τότε λοιπόν ανακάλυψα ότι ο Ferguson ήταν ο σύζυγός της. Μια γρήγορη ματιά στο βιογραφικό του αρκούσε για να καταστεί σαφές ότι παρόλο που έχω αρκετές πολιτικές διαφορές με εκείνον (neoconservative που υποστήριζε τον Romney στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ), κινούμαστε ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος σε μια πληθώρα θεμάτων ιδεολογικού τύπου.
Για αυτόν ακριβώς το λόγο πληροφόρησα το συνομιλητή μου ότι δεν πρόκειται να διαβάσω το βιβλίο που μου πρότεινε. Όταν έκπληκτός με ρώτησε γιατί, του εξήγησα ότι όταν έχεις εξετάσει από 100 πλευρές το ζήτημα «Γιατί είναι τόσο γαμάτη η Δύση;», η εκατοστή πρώτη προσέγγιση δεν πρόκειται να σου φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη. Είμαι 100% σίγουρος ότι το “Civilization” θα είναι ένα εξαιρετικά διαφωτιστικό ανάγνωσμα, που θα αναλύει διεξοδικά τους ιστορικούς λόγους της οικονομικής και πνευματικής κυριαρχίας της Δύσης. Δε θέλω όμως να παγιδευτώ στη «Φούσκα Προσωπικής Ιδεολογικής Επιβεβαίωσης».
Τι είναι η «ΦΠΙΕ», θα διερωτηθεί κάποιος. Ας δούμε τον παρακάτω πίνακα.
Νομίζω πως είναι αρκετά σαφές αυτό που θέλω να πω: Όπου κι αν ανήκεις πολιτικά/επαγγελματικά/ιδεολογικά, είναι βέβαιο ότι υπάρχουν αναρίθμητα μέσα πληροφόρησης στα οποία θα βρεις απόψεις σύμφωνες με τις δικές σου. Θα σε πάρουν στη φιλόξενη αγκαλιά τους, θα νιώσεις ζεστασιά και θαλπωρή, θα είσαι όμοιος μεταξύ ομοίων. Θα είσαι μέσα στη Φούσκα.
Για να είμαστε ρεαλιστές όμως, κάτι τέτοιο είναι απολύτως αναπόφευκτο. Αρέσει σε όλους μας καθώς ταΐζει, ενισχύει και επιβεβαιώνει την ορθότητα των θεωριών και των προτιμήσεών μας. Ποιος εξάλλου δε θέλει να ζει σε μια κατάσταση διαρκούς δικαίωσης;
Πριν λίγους μήνες ολοκληρώθηκε η αριστουργηματική αμερικάνικη σειρά The Newsroom, η οποία περιστρέφεται γύρω από μια ομάδα δημοσιογράφων ενός μεγάλου τηλεοπτικού δικτύου και τον αγώνα τους για προσφορά τεκμηριωμένης ενημέρωσης μέσα σε ένα μιντιακό τοπίο ειδησεογραφικής φρενίτιδας. Ο άνκορμαν του κεντρικού Δελτίου του καναλιού σκιαγραφείται ως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα ευσυνειδησίας και αντικειμενικότητας που δεν κυριεύεται από ιδεοληψίες και φθηνούς συναισθηματισμούς. Ένας ουτοπικός ήρωας που λαμβάνει υπόψη του μονάχα τα διασταυρωμένα γεγονότα, τις αποδείξεις και τη γνώμη των ειδικών ώστε να μεταδώσει με επαγγελματισμό την εκάστοτε είδηση.
Το παραπάνω concept φαντάζει «ξένο»: Το μυθοπλαστικό απωθημένο ενός ρομαντικού κι ονειροπόλου σεναριογράφου (Aaron Sorkin). Και -ας μην κοροϊδευόμαστε- έτσι είναι. Οι παντός τύπου «πειρασμοί», οι κοινωνικές συνθήκες και οι προσωπικές φιλοδοξίες καθιστούν σχεδόν αδύνατη την ύπαρξη μιας πλήρως αποστασιοποιημένης, ψυχρής και αδιαπραγμάτευτα «αμόλυντης» ενημέρωσης. Σε έναν κόσμο όμως που στην πλειονότητα των περιπτώσεων, όταν ένας δημοσιογράφος/σχολιαστής ανοίγει το στόμα του και μετά από τρεις προτάσεις μπορείς να προβλέψεις με βεβαιότητα τις πολιτικές του προτιμήσεις, δεν αποζητούμε το τέλειο, αλλά το εφικτό.
Προφανώς δεν αναφέρομαι σε έναν τύπο αποστειρωμένης πληροφόρησης με δημοσιογράφους δίχως άποψη. Αντιθέτως! Να έχουν γνώμη και να την υποστηρίζουν. Να είναι όμως μία γνώμη που δε θα βασίζεται σε κομματικά κριτήρια και προσωπικές εμμονές.
Υπάρχει ένας πολύ απλός τρόπος για να ξεχωρίζουμε τον κατευθυνόμενο δημοσιογράφο. Ψάχνουμε τις τοποθετήσεις του σε 10 βασικά οικονομικά, εθνικά και κοινωνικά θέματα. Αν οι τοποθετήσεις ταυτίζονται σε ποσοστό άνω του 90% με τις επίσημες θέσεις/προτάσεις/ενέργειες κάποιου κόμματος, τότε καλό είναι να σταματήσουμε να του δίνουμε σημασία. Ακόμα και με βάση τη Θεωρία Πιθανοτήτων να το πάρουμε, είναι ιδιαιτέρως σπάνιο φαινόμενο να έχουμε ακριβώς τις ίδιες απόψεις, σε όλα τα ζητήματα με ένα άλλο άτομο, πόσο μάλλον με έναν εδραιωμένο πολιτικό φορέα.
Τι συμβαίνει όμως όταν κρίνουμε έναν δημοσιογράφο ως αδιάφθορο αλλά παρόλα αυτά είναι εμφανές ότι οι τοποθετήσεις του πηγάζουν από τα προσωπικά του κολλήματα; Για αρχή χαιρόμαστε. Οι προκαταλήψεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι των διαμορφωμένων μας κοσμοθεωριών και είναι αδύνατο να τους ξεφύγουμε, ειδικά όταν δε συζητάμε για τεχνικά/επιστημονικά ζητήματα που έχουν μία και μοναδική αδιαμφισβήτητη λύση-απάντηση. Όταν το συνειδητοποιήσουμε πλήρως τότε απλά πρέπει να αναζητούμε άτομα που έχουν περιορίσει όσο περισσότερο γίνεται τα κολλήματά τους για χάρη μιας ευρύτερης αντικειμενικής αλήθειας (αν, όπου και όποτε μπορεί αυτή να βρεθεί).
Για αυτό και δε θέλω να διαβάσω το βιβλίο του Ferguson. Γνωρίζω τα κολλήματα μου. Δε χρειάζομαι έναν φιλοδυτικό ιστορικό για να τα ενισχύσει και να με χώσει βαθύτερα μέσα στη Φούσκα μου, ακόμα κι αν εγώ συνεχίσω να παραμένω μέσα σε αυτήν. Αν είμαστε σίγουροι για την ανθεκτικότητα, την ποιοτική ανωτερότητα και την «αλήθεια» της Φούσκας μας τότε δε θα πρέπει να φοβόμαστε όταν κάποιοι την πλησιάζουν με πινέζες.