Προσφάτως ανακάλυψα έναν τρόπο να πλουτίσω. Το καλό είναι μάλιστα ότι θα το καταφέρω πραγματοποιώντας τα ανεκπλήρωτα ως τώρα παιδικά μου όνειρά επαγγελματικής ενασχόλησης με το σινεμά. Σωστά καταλάβατε - θα γίνω ένας ξακουστός Έλληνας auteur (σκηνοθέτης/σεναριογράφος). Οι ειρωνείες περιττεύουν. Δε θα σας το ανακοίνωνα αν δεν ήμουν σίγουρος ότι είχα αποκρυπτογραφήσει την απόλυτη –άλλα όχι και τόσο σύνθετη- συνταγή κινηματογραφικής επιτυχίας. Και τώρα επιτρέψτε μου, αφιερώνοντας λίγες γραμμές, να σας δώσω το στίγμα των τριών πρώτων μου ταινιών.
Πρώτη Ταινία:«Τα δάκρυα της Κασσάνδρας». Η Κασσάνδρα είναι μια κωφάλαλη, μανιοκαταθλιπτική 16χρονη που ζει με τον μεγαλύτερο αδελφό της (που είναι έμπορος ηρωίνης) και τον άνεργο, αυταρχικό, αλκοολικό πατέρα της. Κάθε Τρίτη βράδυ, μετά το δείπνο, τη δένουν στα πόδια του τραπεζιού και τη βιάζουν, ενώ ταυτόχρονα συζητούν για την κρίση του κοινωνικοπολιτικού συστήματος και την ηθική κατάπτωση της σύγχρονης μικροαστικής οικογένειας.
Δεύτερη Ταινία:«Το αέναο ταξίδι του ρηξικέλευθου». Η ιστορία του Ομάρ, ενός πρόσφυγα από το Μπαγκλαντές που πάσχει από σύνδρομο Down. O Ομάρ πουλάει ομπρέλες στην Ομόνοια. Παρόλο που ο ίδιος κοιμάται σε ένα μουχλιασμένο χαρτόκουτο τον παρηγορεί η σκέψη ότι το εμπόρευμα του προστατεύει τους ανθρώπους από την αδυσώπητη αθηναϊκή βροχή. Μια κρύα νύχτα γνωρίζει την Κασσάνδρα, μια καταπονημένη κωφάλαλη που κατάφερε να δραπετεύσει από τον βάναυσο μικρόκοσμο της τοξικής της οικογένειας (μια σύνδεση που κλείνει με διάθεση υπαινικτικής αισιοδοξίας το μάτι στους fans της πρώτης ταινίας). Μαζί, ξεπερνούν τα εμπόδια της φτώχειας και της ξενοφοβίας, ενώ σύντομα βρίσκουν καταφύγιο σε ένα αυτοδιαχειριζόμενο στέκι.
Τρίτη Ταινία:«Οι ρόδες της οργής». Ο Χαράλαμπος είναι ένας ομοφυλόφιλος νταλικέρης που μεταφέρει πάριζες και μορταδέλες σε όλες τις άκρες της Ελλάδας. Σε ένα από τα δρομολόγιά του συναντιέται με τον Ορφέα, έναν τοπικό προμηθευτή αλλαντικών. Αυτή η μοιραία συνάντηση αποτελεί και την απαρχή ενός θυελλώδους έρωτα μέσα από τον οποίο καταργούνται όλες οι συμβάσεις για χάρη του πάθους. Όταν οι φορτηγατζήδες συνάδελφοι του Χαράλαμπου τους πιάνουν στα πράσα, τους χτυπούν μέχρι θανάτου χρησιμοποιώντας γρασωμένες τσιμούχες και συσκευασμένα σαλάμια αέρος.
Θα ήταν πολύ εύκολο να μιλήσω για «κατάντια του ελληνικού σινεμά». Κάτι τέτοιο όμως θα υποδήλωνε ότι στο παρελθόν υπήρξε κάποια άνθιση – κάποια χρυσή καλλιτεχνική περίοδος. Δυστυχώς όμως δε συνέβη κάτι τέτοιο. Με εξαίρεση τον Αγγελόπουλο (και ελάχιστα τον Κακογιάννη) δεν ήμασταν ποτέ υπολογίσιμη δύναμη στο διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα. Και μη μου πείτε πως μια χούφτα διάσπαρτες υποψηφιότητες σε διεθνή φεστιβάλ αρκούν για να πούμε ότι «μας ξέρουνε». Δείτε λίστες με τους σημαντικότερους σκηνοθέτες όλων των εποχών. Και 300 ονόματα να υπάρχουν, οι ελληνικές παρουσίες θα κυμαίνονται από 0 έως (το πολύ) 2. Και προσωπικά δε μου αρέσει καν ο Αγγελόπουλος αλλά δεν κρίνω με βάση τα γούστα αλλά με βάση την αναγνώριση.
Πριν λίγα χρόνια άκουγα μια ραδιοφωνική εκπομπή που δεχόταν τηλεφωνήματα από το κοινό. Ένας από τους ακροατές που κάλεσαν λοιπόν, υποστήριζε ότι η «Ευδοκία» ήταν καλύτερη ταινία από την Έβδομη Σφραγίδα, διότι -και αυτό αποτελεί δικό μου σχόλιο- τι να μας πει το γατάκι ο Μπέργκμαν μπροστά στο Δαμιανό; Δε λέω, μια χαρά η «Ευδοκία» αλλά σοβαρά; Πιστεύεις όντως ότι ήταν καλύτερη από ένα έργο που όχι μόνο φιγουράρει σε λίστες κριτικών με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, αλλά έχει λατρευτεί (και) σε mainstream επίπεδο από τον κόσμο;
Τα "βαθμολογικά" στοιχεία της Έβδομης Σφραγίδας στο imdb
Για να επανέλθω όμως στο αρχικό μου point. To 2009 βγήκε στις αίθουσες ο "Κυνόδοντας". Μας άρεσε δε μας άρεσε, δεν έχει σημασία - ήταν μια πρωτότυπη προσπάθεια που έφτασε μέχρι τα Όσκαρ και την είδαν εκατοντάδες χιλιάδες ξένοι. Τι έκανε ο αγαπητός κύριος Λάνθιμος μετά τον Κυνόδοντα; Τις Άλπεις. Μια ταινία – ξεδιάντροπη αντιγραφή της προηγούμενης. Και κάπως έτσι αναπτύχθηκε το Greek Weird Wave. Ένα κύμα ταινιών ηθελημένης νοσηρής αισθητικής και υποθέσεων.
Το πρόβλημα φυσικά δεν έγκειται στη θεματολογία. Πέρα από κινηματογραφικά θεμιτό είναι και καλλιτεχνικά αναγκαίο να πρωτοπορείς, να εξελίσσεσαι, να αψηφάς τα κλισέ και να τρυπάς τα στεγανά. Ακριβώς αυτό όμως είναι που απωλέσαμε την ευκαιρία να επιτύχουμε. Αν πηγαίνεις κάθε μέρα για Bungee jumping δε θα χάσεις σταδιακά την έκρηξη αδρεναλίνης που σου προσέφερε ως δραστηριότητα στην αρχή; Το ίδιο ισχύει και στον κινηματογράφο. Χαίρομαι που το νεοελληνικό σινεμά αποφασίζει και καταπιάνεται με ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα: φτώχεια, ομοφοβία, ρατσισμός, συντηρητισμός, ενδοοικογενειακή βία κλπ. Αυτό το οποίο δεν αντέχω όμως είναι να δω άλλη μια ταινία με χαρακτήρες-καρικατούρες, αλαλάζοντες πρωταγωνιστές, κατατρεγμένους μετανάστες, ψυχανώμαλους πατεράδες, καταπιεσμένους ομοφυλοφίλους και φτωχούς βιοπαλαιστές. Κάποια στιγμή θα πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι ο φιλοσοφικά ορμώμενος πεσιμισμός δεν ισοδυναμεί με τη γραφικά απεικονιζόμενη μιζέρια.