Είσαι στο σπίτι με 2 φίλους σου και κανονίζετε τη βραδινή σας έξοδο. Οι φίλοι σου επιμένουν να πάτε σε ένα συγκεκριμένο μπαράκι. Εσύ, τους πληροφορείς ότι δεν έχεις ακούσει καλά λόγια για αυτό το μαγαζί, ότι φημολογείται πως σερβίρουν μπόμπες και τους προτείνεις να πάτε αλλού. Αυτοί όμως είναι ανένδοτοι. Σεβόμενος τη βούληση της πλειοψηφίας τελικά συμφωνείς και πηγαίνεις μαζί τους.
Και τώρα προσπαθήστε να φανταστείτε τα δύο σενάρια που ακολουθούν:
Σενάριο 1: Η ποιότητα των ποτών ήταν αξιοπρεπής και η βραδιά κύλησε καλύτερα από ότι περίμενες. Στην επιστροφή έχεις μούτρα μέχρι το πάτωμα επειδή δεν επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις σου και είσαι στενοχωρημένος παρόλο που πέρασες ευχάριστα το χρόνο σου, τόσο εσύ, όσο και οι φίλοι σου.
Σενάριο 2: Τα ποτά ήταν μπόμπες επιπέδου Ναγκασάκι και καταλήγετε να ξερνοβολάτε σαν δεκάχρονα που επισκέφθηκαν το Allou Fan Park. Καθώς βγάζετε τα άντερά σας στο πεζοδρόμιο έρχονται δάκρυα στα μάτια σου. Δεν είναι όμως δάκρυα απόγνωσης και δυστυχίας – είναι δάκρυα χαράς: οι προφητικές σου προειδοποιήσεις είχαν πραγματοποιηθεί!
Τι δεν πηγαίνει καλά με τις 2 παραπάνω ενδεχόμενες εκβάσεις της εξόδου σας; Είναι παράλογες, γελοίες, σκατόψυχες και αφύσικες απαντάω μόνος μου στο ρητορικό ερώτημα.
Κι όμως! Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο προσεγγίζουν πολλοί τα πολιτικά τεκταινόμενα. Αναφέρομαι φυσικά σε εκείνη την κατηγορία ανθρώπων που μέσα από τα λεγόμενά τους, σου αφήνουν την εντύπωση ότι θα χαρούν με την αποτυχία της εκάστοτε κυβέρνησης, αρκεί βέβαια να κρατάει το τιμόνι η αντίπαλη πλευρά. Και όχι. Δεν εννοώ ούτε αυτούς που ασκούν την κριτική, ούτε αυτούς που σατιρίζουν, ούτε καν αυτούς που υιοθετούν εκ των προτέρων μια μηδενιστική απαισιοδοξία. Εννοώ τον οπαδικού τύπου φανατισμό. Εννοώ αυτούς που μέσα στον ασυγκράτητο εγωισμό τους θεωρούν σημαντικότερο να έχουν δίκιο από το να ευημερήσει το κοινωνικό σύνολο – και κατά προέκταση και αυτοί μαζί του. Είναι εξαντλητικό να βλέπεις τους υποστηρικτές οποιουδήποτε κόμματος να ηδονίζονται από κυβερνητικές αποτυχίες. Και επαναλαμβάνω. Δεν φωτογραφίζω γενικά τους επικριτές.
Ας δούμε τις αντιδράσεις στην υπόθεση Μπαλτάκου. Μαθαίνουμε ότι ο πρωθυπουργός έχει για σύμβουλό του έναν χουντοφασιστάκο που συνομιλούσε τακτικά με τους χρυσαυγίτες. Ποια είναι τα φυσιολογικά συναισθήματα στο άκουσμα αυτής της είδησης: θυμός, αγανάκτηση, εκνευρισμός, πιθανόν ντροπή; Προφανώς. Εγώ πάλι έχω τη βεβαιότητα ότι μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας δεν ένιωσε τίποτα από τα παραπάνω. Αντιθέτως κατακαύλωσαν. Και όχι επειδή είναι ακροδεξιοί, αλλά επειδή ήταν τόσο σημαντικό να επαληθευτεί η προσωπική τους τοποθέτηση. Τι κι αν η προαναφερθείσα επαλήθευση αποτελεί αυτόματα μιαν ακόμα κηλίδα εθνικής κατάπτωσης; Το μόνο που μετράει είναι να βγούμε σωστοί ώστε να ανατριχιάζουμε από υπερηφάνεια όταν το τρίβουμε στα μούτρα των «άλλων».
Κι ερχόμαστε στην ουσία των ημερών, η οποία δεν είναι άλλη από το «Εύχομαι να διαψευστώ…». Μια έκφραση τόσο καταφανώς υποκριτική που προσβάλει τη νοημοσύνη και των πιο ηλιθίων. Πιστεύει έστω κι ένας ότι ο σκληροπυρηνικός νεοδημοκράτης θέλει όντως να διαψευστεί; Ότι θα στενοχωρηθεί αν ο ΣΥΡΙΖΑ τα κάνει μαντάρα; Αντιθέτως.
Προσωπικά δεν έχω ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στη νέα κυβέρνηση. Η συνεργασία με τους ΑΝΕΛ φαντάζει ως παρωδία τόσο επικών διαστάσεων που κάνει τον Mel Brooks να μοιάζει με κακέκτυπο του Σεφερλή. Επίσης, πολλά από τα «φρέσκα» πρόσωπα του κυβερνητικού σχήματος βρωμάνε ναφθαλίνη από τα 20 μέτρα και μπορείς –αν παρατηρήσεις προσεκτικά τον κώλο τους- να διακρίνεις είτε τον «ήλιο τον πράσινο» να ανατέλλει, είτε το tattoo με το σφυροδρέπανο να κοσμεί το δεξί πωπομάγουλο. Παρόλα αυτά θεωρώ εξωπραγματικό το να επιθυμώ να επιβεβαιωθούν οι φοβίες και οι προβληματισμοί μου. Μακάρι να υπερβάλω, μακάρι να έχω αντιληφθεί τα πάντα λάθος, μακάρι να είμαι πλανεμένο αμερικανάκι. «Μα αυτό δεν είναι κωλοτούμπα;», θα αναρωτηθούν πολλοί. Δε με ενδιαφέρει καθόλου. Ξέρω μόνο πόσο απελευθερωτικό και υγιές είναι να αλλάζεις τη γνώμη σου όταν παρουσιάζονται νέα δεδομένα και στοιχεία. Όχι για να πας με το ρεύμα αλλά επειδή μέσα από λογικές διεργασίες, παραδεχόμενος τα γεγονότα, αποφασίζεις να παραμερίσεις το θυμικό και τους συναισθηματισμούς και να αφήσεις τις αποδείξεις να τρυπήσουν και να διαπεράσουν το σιχαμερό στρώμα της ιδεοληψίας.
Οι γνώσεις μου στην οικονομική θεωρία φτάνουν μέχρι το τι είναι έλλειμμα και πληθωρισμός, οπότε δεν έχω ιδέα αν οι προτάσεις του Βαρουφάκη είναι ρεαλιστικές ή ανέφικτες. Αν θεωρείς ότι λέει ασύστολες παρλαπίπες και πώς πρόκειται να αποτύχει στις διαπραγματεύσεις, με γεια σου με χαρά σου. Αν όμως -σε περίπτωση που επαληθευτείς- αρχίζουν να σε κατακλύζουν αισθήματα ναρκισσισμού και πληρότητας να ξέρεις ότι δεν πρόκειται να σε συγχαρεί κανένας για την οξυδέρκειά σου, ούτε και για το κληρονομικό σου χάρισμα να βλέπεις το μέλλον. Μπορείς όμως να αρχίσεις να φοράς κονκάρδα που θα λέει «είμαι μίζερος και μ’ αρέσει».