Ας αρχίσουμε από τα εύκολα. Τι δεν είναι το Wire; Δεν είναι μια σειρά απενοχοποιημένης ψυχαγωγίας για να περνάς ευχάριστα το χρόνο σου. Και αν η παραπάνω δήλωση ακούγεται αυτάρεσκη και πομπώδης, σας διαβεβαιώνω ότι δεν έχω τίποτα εναντίον αυτής της κατηγορίας σειρών. Πολλές από αυτές –αν και κατά βάση κωμικές- τις λατρεύω. Ακόμα και σε σύγκριση όμως με άλλες δραματικές, περιπετειώδεις, αστυνομικές κλπ., τύπου Breaking Bad, το Wire παρακολουθείται με σαφέστατα λιγότερο ενθουσιασμό και… ευκολία.
Οι πέντε σαιζόν του λειτουργούν ως θεματικές ενότητες και καταπιάνονται με τις διαφορετικές πτυχές του δημόσιου βίου της Βαλτιμόρης των ΗΠΑ. Παρά τις αλλαγές των σκηνικών, των απεικονιζόμενων υποθέσεων και των περιγραφόμενων καταστάσεων, όλη η σειρά περιστρέφεται γύρω από το σταθερό δίπολο αστυνομία – έμποροι ναρκωτικών και την εξελισσόμενη διαμάχη τους. Δύο διαφορετικών (άλλα όχι και τόσο) κόσμων που μέσα από την ιδιοφυή ματιά των δημιουργών απλώς αναλύονται. Ψυχρά. Χωρίς αξιολογικές κρίσεις, χωρίς βαρύγδουπη, ηθικοπλαστική διάθεση - υιοθετώντας μόνο μια προσέγγιση μέσα από την οποία επιχειρείται να φωτιστούν τα κίνητρα και να σκιαγραφηθεί η (μαύρη) πραγματικότητα.
Σε σεναριακό επίπεδο η σειρά δεν κάνει χάρες. Αν ο θεατής θέλει να μείνει στο παιχνίδι, απαιτείται η διαρκής και αμέριστη προσοχή του ώστε να κατανοήσει τις σύνθετες δολοπλοκίες και τα περίπλοκα τεχνάσματα. Οι χαρακτήρες –ιδιαιτέρως η πλευρά των παρανόμων- είναι ιδιαιτέρως προσεγμένοι και δεν παρουσιάζονται -πάντα- μέσα από το συνήθως σχηματικό τηλεοπτικό/κινηματογραφικό πρίσμα. Ο Stringer Bell για παράδειγμα έχει καταλάβει πως αν θέλει να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος των δρόμων θα πρέπει να ξεφύγει από τα στεγανά και να ανοίξει τους πνευματικούς του ορίζοντες. Πώς επιλέγει να κάνει κάτι τέτοιο ο αρχηγός των συμμοριτών; Μα πηγαίνοντας σχολείο φυσικά!
Κάπου εδώ πρέπει να γίνει και μια ειδική μνεία στον «βασιλιά» Omar. Όταν βέβαια είσαι ο άτρωτος gay μαύρος εγκληματίας που βγάζει το ψωμί του ληστεύοντας βαποράκια και λοιπούς κακοποιούς και που τον τρέμουν όλοι, είναι δύσκολο να μην περάσεις αυτομάτως στο πάνθεον!
Το Wire συναρπάζει όμως και σκηνοθετικά. Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίφημη σκηνή των “fuck” – μια σεκάνς που επί 5 σχεδόν λεπτά το πρωταγωνιστικό αστυνομικό δίδυμο των McNulty και Banks διενεργεί αυτοψία στον τόπο μιας ανθρωποκτονίας και κανείς εκ των δύο δεν ξεστομίζει ουδεμία λέξη πλην των πολλαπλών “fuck” και των παραγώγων τους. Πέρα από τους προφανείς λόγους που καθιστούν απολαυστική μια τέτοια σκηνή, δείτε τον μαεστρικό τρόπο με τον οποίο η κάμερα ακολουθεί τις κινήσεις των χαρακτήρων και τον διορατικό τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται οι κλειστοί χώροι.
Ένα από τα βασικά γνωρίσματα της σειράς που επικαλούνται συχνά οι θαυμαστές της για να αναδείξουν την ανωτερότητά της είναι η αυθεντικότητα. Αυτό βέβαια δεν διακρίνεται αποκλειστικά στις ερμηνείες, τους διαλόγους και τις περιγραφές. Αλλά ναι. Με το που βλέπεις τον ηρωινομανή “Bubbles” πείθεσαι ότι πρέπει να του κλείσεις άμεσα μια θέση σε κέντρο αποτοξίνωσης.
Δε θέλω να επεκταθώ σε πολλά παρόμοια παραδείγματα γιατί η σειρά είναι γεμάτη. Η “Snoop” ας πούμε που ενσαρκώνεται από την Felicia Pearson, διακινούσε ναρκωτικά στην πραγματικότητα.
Δεν έχω αναφέρει ακόμα όμως τον κυριότερο λόγο που το Wire αποτελεί την -κατ' εμέ- καλύτερη σειρά όλων των εποχών. Αυτός δεν είναι άλλος από την αναπαράσταση των δομών της κοινωνίας. Μέσα στα εξήντα επεισόδια που μας χάρισε το HBO αναλύονται με διεξοδικό και αφοπλιστικό τρόπο η λειτουργία των αστυνομικών, δικαστικών & εισαγγελικών αρχών, το εκπαιδευτικό & πολιτικό σύστημα, οι δημόσιες υπηρεσίες, η ζωή στα γκέτο, το εμπόριο ναρκωτικών, ο μικρόκοσμος των λιμενεργατών και ο χώρος της έντυπης δημοσιογραφίας. Καμία άλλη σειρά ούτε καν πλησίασε στο να πετύχει κάτι τέτοιο. Να μπορέσει δηλαδή, διατηρώντας τις δραματουργικές ισορροπίες, να αποκαλύψει και να κολλήσει μοναδικά όλες τις ψηφίδες του κοινωνικού μωσαϊκού. “Shiiiiiiet” που θα έλεγε κι ο Clay Davis.
Υ.Γ. Επίσης, πόσο συχνά έχεις την ευκαιρία να δεις μοντάζ υπόγειων συμφωνιών με μουσική υπόκρουση Καζαντζίδη;